Φάκελος «Ενεργειακή κρίση»: Πως θα γίνει η Ελλάδα ενεργειακά αυτόνομη και ανεξάρτητη

Η εισβολή της Ρωσίας στη Ουκρανία και ο πόλεμος που ξέσπασε έχουν προκαλέσει σοβαρές οικονομικές συνέπειες παγκοσμίως μέσω της πρωτοφανούς ανόδου των τιμών της ενέργειας και κυρίως του κόστους προμήθειας φυσικού αερίου, αλλά και μέσω της υψηλής αβεβαιότητας γύρω από τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Ειδικά σε ότι αφορά την Ευρώπη, οι κίνδυνοι για τις οικονομικές προοπτικές παραμένουν καθοδικοί.

Σύμφωνα με τις επισημάνσεις της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), στην Ενδιάμεση Έκθεση για την Νομισματική Πολιτική, ευρύτερα οι τρέχουσες προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία περιβάλλονται από ασυνήθιστα υψηλή αβεβαιότητα και οι κίνδυνοι είναι αυξημένοι. Οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη και τον πληθωρισμό συνδέονται με μια σειρά από αρνητικά ενδεχόμενα, όπως τυχόν κλιμάκωση του πολέμου ή εξάπλωση των γεωπολιτικών εντάσεων, τυχόν νέο γύρο αυξήσεων των διεθνών τιμών της ενέργειας και των τροφίμων και ενδεχόμενη ανεπάρκεια του εφοδιασμού με βασικά εμπορεύματα και επισιτιστική κρίση σε αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Επιπρόσθετα, οι αυστηρότερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, καθώς και η ταχύτητα ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής και οι διαφορές σε αυτήν μεταξύ μεγάλων οικονομιών, παραμένουν κεντρικό ζήτημα. Η ορθή άσκηση της περιοριστικότερης νομισματικής πολιτικής περιβάλλεται από δύσκολες επιλογές. Η υπερβολική αύξηση των επιτοκίων μπορεί να αποδειχθεί εξίσου εσφαλμένη με την καθυστερημένη ή μικρή αντίδραση των νομισματικών αρχών.

Σε ό,τι αφορά ιδιαίτερα την Ευρώπη, η ενίσχυση της γεωπολιτικής αβεβαιότητας, η επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης εν μέσω μιας πιθανής ολικής διακοπής των εξαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη ή, αλλά και οι συνεχιζόμενες πανδημικές επιπτώσεις στην Κίνα, θα δυσχεράνουν αφενός την αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων και αφετέρου την περαιτέρω εξομάλυνση της λειτουργίας των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων.

Η ενεργειακή κρίση και η θέση της Ελλάδας

Η Ελλάδα όμως βρίσκεται σε φάση μετασχηματισμού τόσο στην παραγωγή όσο και στην κατανάλωση ενέργειας. Η παραγωγή ενέργειας πλέον απαιτείται να λαμβάνει υπόψη και την επίπτωσή της στο περιβάλλον, όπως εκφράζεται από το αποτύπωμά της σε ρύπους, ωστόσο η σύγχρονη μη ρυπογόνος ενέργεια δεν επαρκεί σε ποσότητα άμεσα διαθέσιμη όποτε και όσο χρειάζεται.

Σημαντικά βήματα

Κατά την τελευταία δεκαετία είναι φανερό ότι η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα, μεταβάλλοντας το χρησιμοποιούμενο ενεργειακό μίγμα και αναπτύσσοντας τη χρήση ΑΠΕ. Ωστόσο, παραμένει η εξάρτηση από ρυπογόνες πηγές ενέργειας, όπως το πετρέλαιο. Η εξάρτηση της Ελλάδος από την παροχή φυσικού αερίου για τελική κατανάλωση είναι χαμηλότερη από εκείνη των χωρών της ζώνης του ευρώ.

Μάλιστα, ένα σημαντικό μέρος του φυσικού αερίου αποτελεί εισροή για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που παρέχει ευελιξία με δυνατότητες υποκατάστασής του σε περίπτωση ασυνέχειας στην ομαλή του προμήθεια. Η χρήση του για τελική κατανάλωση είναι χαμηλότερη σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ τόσο από τα νοικοκυριά όσο και από τη βιομηχανία, παρά την αύξηση της χρήσης του τα τελευταία χρόνια, γεγονός που περιορίζει σχετικά τον κίνδυνο, λόγω διακοπής παροχής του, για την Ελλάδα.

Πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο

Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδος βρίσκεται σταθερά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ακολουθεί ανοδική τάση. Ταυτόχρονα, η παραγωγικότητα6 της χρησιμοποιούμενης ενέργειας επιδεινώθηκε την περίοδο της οικονομικής κρίσης, με μικρή σταδιακή βελτίωση την τελευταία δεκαετία.

Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή ενίσχυσε την ανάγκη για μετάβαση στη μη ρυπογόνο ενέργεια μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), παρά το αυξημένο κόστος, που όμως βαίνει μειούμενο, και την περιορισμένη ακόμη παραγωγή τους. Η ανάπτυξη των ΑΠΕ άλλωστε μπορεί να μειώσει όχι μόνο το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, αλλά και τις εισαγωγές ενεργειακών πρώτων υλών.

Η κατανάλωση ενέργειας τα τελευταία χρόνια

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η ΤτΕ, το μερίδιο των διαφόρων πηγών ενέργειας στην παραγωγή και την τελική κατανάλωση ενέργειας διαφέρει διαχρονικά στην Ελλάδα σε σχέση με τις χώρες της ζώνης του ευρώ. Η πρωτογενής παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα συνεχίζει να βασίζεται περισσότερο σε ρυπογόνες πηγές, με διακυμάνσεις από έτος σε έτος. Εντούτοις, στα πρόσφατα έτη της πανδημίας παρατηρείται σταδιακή αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις χώρες της ζώνης του ευρώ.

Πως θα γίνει η Ελλάδα ενεργειακά αυτόνομη και ανεξάρτητη

Τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, τα μεγάλα φωτοβολταϊκά, και η αποθήκευση ενέργειας θα «ανεξαρτοποιήσουν» την Ελλάδα.

Η ένταξη και νέων  μονάδων αερίου, η εκστρατεία για μείωση της σπατάλης αλλά και η προσωρινή παραμονή του λιγνίτη είναι τα συμπληρωματικά έργα ενεργειακής επάρκειας της χώρας.

Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το  αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. Η πρόθεση της κυβέρνησης είναι η Ελλάδα να καταθέσει νωρίς  το νέο σχέδιο προς συζήτηση στην Κομισιόν, ενώ οι εξαιρετικά  φιλόδοξοι  στόχοι που τίθενται συνοψίζονται στον διπλασιασμό των επενδύσεων που προβλέπονται για την υλοποίηση του σχεδίου με ορίζοντα το 2030.

Σε ότι αφορά την εξέλιξη της εγκατεστημένης ισχύος μορφών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με ορίζοντα το 2030, αυτή διαμορφώνεται ως εξής ανά τεχνολογία παραγωγής:

Φωτοβολταϊκά: Ο στόχος για το 2030 προσδιορίζεται στα 14,1 GW και για το 2050 στα 34 GW. Σημειώνεται ότι η συνολική ισχύς φωτοβολταϊκών σήμερα ανέρχεται σε 5 GW μετά την αξιολόγηση των νεότερων στοιχείων σχετικά με τις προσθήκες του 2022.

Offshore αιολικά: 2,7 GW μέχρι το 2030 και 17 GW μέχρι το 2050

Χερσαία αιολικά: Το σχέδιο προβλέπει αύξηση εγκατεστημένης ισχύος από τα 5 GW σήμερα στα 7 GW. Ο μικρότερος ρυθμός αύξησης σε σχέση με τις άλλες τεχνολογίες προκύπτει από το γεγονός ότι περιορίζονται οι διαθέσιμες περιοχές που μπορούν να φιλοξενήσουν τέτοια έργα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μειώνεται η εγκατάσταση στο χώρο νέων αιολικών, όπως ανέφερε ο υπουργός. Τέλος ο στόχος για χερσαία αιολικά θα φτάσει τα 10 GW μέχρι το 2050.

Υδροηλεκτρικά: Τα «νερά» αυξάνονται στα 4 GW το 2030. Σχολιάζοντας τον αυξημένο στόχο με ορίζοντα το 2030, ο κ. Σκρέκας ανέφερε το υδροηλεκτρικό της Μεσοχώρας καθώς και μια σειρά άλλα έργα που βρίσκονται στα «σκαριά», όπως επισήμανε χαρακτηριστικά.

Μονάδες αερίου: Η εγκατεστημένη ισχύος μονάδων αερίου (περιλαμβάνονται τόσο οι μονάδες φυσικού αερίου όσο και ανανεώσιμων αερίων και λοιπών καυσίμων) θα φτάσει από τα 5 GW σήμερα στα 7 GW το 2030, υποχωρώντας στη συνέχεια στα 5 GW έως το 2050. Όπως υπογραμμίστηκε, οι μονάδες αυτές δεν θα χρησιμοποιούν μόνο φυσικό αέριο αλλά θα έχουν την δυνατότητα αξιοποίησης και καύσης και άλλων καυσίμων.

Τελικά το 2030, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ, η χώρα θα διαθέτει 36 GW όλων των μορφών παραγωγής όταν το 2022 το αντίστοιχο νούμερο είναι στα 20 GW. Επομένως, το νέο σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα «επιτάσσει» αύξηση 16 GW σε όρους εγκατεστημένης ισχύος όλων των μορφών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2030.

Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι στη μάχη της αγοράς ρεύματος το 2022

Καταφύγιο από τις υψηλές τιµές και την ανασφάλεια από την παρατεταµένη ενεργειακή αβεβαιότητα στην αγκαλιά της ∆ΕΗ φαίνεται ότι αναζητούν οι καταναλωτές.

Τον Ιούλιο οι καταναλωτές που επαναπατρίστηκαν στη ∆ΕΗ έφτασαν κοντά στις 5.000, ενώ τον Αύγουστο ξεπέρασαν τις 7.500 χιλιάδες. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθµό µετακινήσεων στο συγκεκριμένο δίμηνο.

Σε ό,τι αφορά τη ∆ΕΗ, το µεγάλο ρεύµα πελατών συνδέεται σαφώς µε τα χαµηλά τιµολόγια, αφού πρόσφερε τις χαµηλότερες τιµές της αγοράς στα 48,6 έως 49,8 λεπτά, που µετά την κρατική επιδότηση έφταναν στον καταναλωτή στα 14,9 έως 16,1 λεπτά.

Τι ψάχνουν οι καταναλωτές

Η τιµή της κιλοβατώρας θα παίξει αναµφίβολα τον πρώτο ρόλο, δεν είναι όµως το µοναδικό κριτήριο αφού το ζητούµενο για τον καθέναν δεν είναι η αλλαγή παρόχου ανά µήνα, διαδικασία κουραστική, όσο απλή κι αν είναι, αλλά µια πιο µακράς διαρκείας σχέση µε κάποιον πάροχο που θα καταφέρει να κερδίσει την εµπιστοσύνη του. Στο σηµείο αυτό αναµένεται να επικεντρώσουν την προσοχή τους και οι διαφηµιστικές καµπάνιες που ετοιµάζουν οι πάροχοι για να ενισχύσουν τη θέση τους στον ανταγωνισµό.

Η στροφή πάντως των καταναλωτών έπειτα από πολλά χρόνια στη ∆ΕΗ αποτυπώνεται και στα επίσηµα στοιχεία του Χρηµατιστηρίου Ενέργειας, όπου το µερίδιό της είναι συνεχώς αυξανόμενο και συντριπτικό συγκεντρώνοντας μερίδιο πάνω από 72%. Στη δεύτερη θέση τον Αύγουστο βρίσκεται η Protergia µε ενιαίο µερίδιο 9,4% µετά την εξαγορά της Watt+volt, και ακολουθούν η Elpedison µε µερίδιο 6,49%, ο Ηρων µε 6,11%, η NRG µε 4,7%, η Φυσικό Αέριο µε 2,2%, η Volterra µε 1,99%, η Ζeniθ µε 1,77%, η Volton µε 1,35%, η ΚΕΝ µε 0,77%, τα ΕΛΤΑ µε 0,27% και η Ελίν µε 0,24%.

Ηλεκτρική ενέργεια: Από ανανεώσιμες πηγές το 39% της ζήτησης το 2022

Η σημαντική ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας το 2022 με αντίστοιχες προβλέψεις για το 2023, καθώς και η διατήρηση πλεονασματικού λογαριασμού χρηματοδότησης των ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) παρά τις μεγάλες εκροές για τις επιδοτήσεις προς τους καταναλωτές ρεύματος, προκύπτουν από την δημοσιοποίηση του δελτίου για την πορεία του ΕΛΑΠΕ.

Συγκεκριμένα, η παραγωγή των ΑΠΕ το 2022 αναμένεται να κλείσει στις 19 TWh που αντιστοιχεί σε 39% της ζήτησης.

Το 2021 η παραγωγή ενέργειας από τις ΑΠΕ ήταν 16 TWh

Επίσης, η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ πλησίασε τα 10 GW με πρόβλεψη να φτάσει στα 12 στο τέλος του 2023.

«Είναι πλέον κοινώς αποδεκτό ότι ο Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ κινείται σε θετική πορεία και έχει καταστήσει σαφές το κλίμα αισιοδοξίας που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια. Ένα κλίμα αισιοδοξίας που μεταφράζεται σε έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον στον χώρο των Ανανεώσιμων Πηγών ενέργειας», τονίζει σε δηλώσεις του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Διαχειριστή Ανανεώσιμων Πηγών και Εγγυήσεων Προέλευσης, Γιάννης Γιαρέντης.

Επιπλέον προσθέτει:

Το 2022 θα κλείσει με ένα συνολικό πλεόνασμα 347,87 εκατ. των οποίων τα 256,46 εκατ. αφορούν τον Υπολογαριασμό των παλαιών έργων και τα 91,4 εκατ. τον Υπολογαριασμό των νέων έργων, δηλαδή αυτών που ενεργοποιήθηκαν μετά το 2021. Η ίδια αισιόδοξη εικόνα εμφανίζεται και στην πρόβλεψη για το 2023, όπου το συνολικό πλεόνασμα θα ανέλθει στα 128,7 εκατ. με τον Υπολογαριασμό των παλαιών έργων να είναι ισοσκελισμένος και τον Υπολογαριασμό των νέων έργων να κλείνει με 131,25 εκατ. πλεόνασμα. «Τα αποτελέσματα του 2022, αλλά και οι προβλέψεις για το 2023, έχουν σαν βάση την εφαρμογή του προσωρινού μηχανισμού και του πλαφόν. Εάν και εφόσον η ενεργειακή κρίση επιτρέψει την διακοπή του, τότε τα πλεονάσματα του ΕΛΑΠΕ θα μεγεθυνθούν», σημειώνει ο κ Γιαρέντης και καταλήγει:

«Η συνεισφορά των ΑΠΕ προς το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης εξακολουθεί να είναι η σημαντικότερη όλων των ενεργειακών πόρων και τεχνολογιών και όχι μόνο μέσα από την καθαρή μεταφορά του 1,1 δισ. ευρώ από τα πλεονάσματα του ΕΛΑΠΕ, αλλά και μέσα από τον προσωρινό μηχανισμό Ανάκτησης εσόδων από το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Από τα 2,8, περίπου, δισ. που μεταφέρθηκαν στο ΤΕΜ, τα 1,7 δισ. προέρχονται από την παραγωγή των ΑΠΕ. Τα συνολικά στοιχεία του προσωρινού μηχανισμού Ανάκτησης Εσόδων δείχνουν ότι εκ των 2,8 δισ. ευρώ, τα 2,6 προέρχονται από τους μεγάλους συμμετέχοντες της αγοράς, δηλαδή τον ΔΑΠΕΕΠ, την ΔΕΗ, τον ΗΡΩΝΑ, τον Μυτιληναίο, την Elpedison. Τα έσοδα από τον εκπλειστηριασμό των δικαιωμάτων εκπομπών (Χρηματιστηρίου Ρύπων) αναμένονται να κλείσουν στα 1,328 δισ. ευρώ».

«Σαρώνουν» τα φωτοβολταϊκά στην Ελλάδα

Την υψηλή ταχύτητα των εποχών του 2012-2013 θυμίζει η αγορά των φωτοβολταϊκών σταθμών σήμερα στην Ελλάδα, κάνοντας ρεκόρ το 2022 σε έργα που συνδέθηκαν στο δίκτυο, αλλά κυνηγώντας νέο ρεκόρ το 2023.

Η συνολική εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών πάρκων που συνδέθηκαν στο δίκτυο από τις αρχές του έτους έως σήμερα φτάνει τα 1.340 MW όταν σωρευτικά (2010-2022) η ισχύς των φωτοβολταϊκών σταθμών ανέρχεται στα 5.466 MW, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το ΥΠΕΚΑ.

Έτσι επιβεβαιώνεται το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον στον κλάδο, όπως εκφράζεται με μια σειρά συμφωνίες στρατηγικού χαρακτήρα που έχουν ανακοινωθεί το τελευταίο δίχρονο, καθώς και με τους στόχους για νέα έργα που ανακοινώνουν κατά διαστήματα οι «παίκτες» της αγοράς, τόσο οι μεγαλύτεροι όσο και οι μικρότεροι.

Την περίοδο 2014-2018 η αγορά, υπέστη καθίζηση με ελάχιστα νέα έργα να συνδέονται στο δίκτυο, ενώ αμέσως μετά ξεκίνησε η ανάκαμψη του κλάδου μετρώντας ανοδική τροχιά χρόνο με τον χρόνο.

Συγκεκριμένα, τα χρόνια 2019, 2020 και 2021 είχαμε ετησίως 161MW, 459MW, 838MW, αντίστοιχα, σε νέα έργα που συνδέονταν στο δίκτυο.

Πλέον υπό το πρίσμα και των νέων αναθεωρημένων στόχων του ΕΣΕΚ τα μεγέθη της αγοράς έχουν αλλάζει, με πολλά μεγάλα έργα να παίρνουν σειρά για το δίκτυο. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι μόλις το 2013, ο κλάδος είχε ξεπεράσει τα 1000 MW, φτάνοντας τα 1.043 MW μας λέει στέλεχος του κλάδου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατανομή της ισχύος στις διάφορες κατηγορίες φωτοβολταϊκών εφαρμογών, δηλαδή για τι έργα ηλιακής ενέργειας μιλάμε που συναποτελούν συνολική ισχύ της τάξης των 5.500 Μεγαβάτ.

Το μεγαλύτερο μέρος των φωτοβολταϊκών έργων στην Ελλάδα με μερίδιο αγοράς της τάξης του 36% καταλαμβάνουν τα έργα ισχύος 250-1000 kWp, όπου εκεί πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα λεγόμενα «500άρια».

Λίγο πιο πίσω με ποσοστό 35% έρχεται η κατηγορία έργων ισχύος 10-250 kWp, όπου εδώ ανήκει το λεγόμενο «100άρι» καθώς και το πλήθος έργων net-metering σε εμπορικούς χώρους και επιχειρήσεις.

Ακολουθούν με μερίδιο αγοράς 22% τα έργα ισχύος μεγαλύτερης του 1 MWp. Εδώ πρόκειται για τα μεγάλα έργα που έχουν ξεκινήσει να αναπτύσσονται ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, με το πιο εμβληματικό αυτών να αποτελεί το φωτοβολταϊκό πάρκο των ΕΛΠΕ στην Κοζάνη, συνολικής ισχύος 204,3 MW.

Το συγκεκριμένο πάρκο αποτελεί το μεγαλύτερο σε λειτουργία έργο ΑΠΕ μέχρι σήμερα στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα με φωτοβολταϊκά σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Στην τελευταία θέση με μερίδιο αγοράς 7% βρίσκονται τα έργα net-metering ισχύος μικρότερης ή ίσης των 10 κιλοβάτ που αφορούν σε οικιακή εφαρμογή.

Χρειάζεται να σημειώσουμε ότι η εν λόγω εικόνα της αγοράς ιδίως σε ότι αφορά τόσο τα μεγάλα έργα όσο και τις εφαρμογές net-metering σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις αναμένεται να αλλάξει άρδην τα επόμενα χρόνια αν κρίνουμε από τις τάσεις που διαμορφώνονται στην αγορά.

Η σημαντική μείωση του κόστους καθώς και το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον από μεγάλους παίκτες της αγοράς φέρνει ολοένα και μεγαλύτερης ισχύος έργα και ταυτόχρονα, το νέο πρόγραμμα επιδότησης για φωτοβολταϊκά στέγης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις αναμένεται να δώσει ισχυρή ώθηση στην εν λόγω κατηγορία. Αντίστοιχα ανοδικά κινείται το μερίδιο των φωτοβολταϊκών στην κάλυψη της ακαθάριστης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας μας λέει μάνατζερ από το χώρο των ηλιακών πάνελ.

H μεγάλη συμφωνία ΔΕΗ – RWE στα φωτοβολταϊκά

Μια από τις σημαντικότερες κινήσεις στην ενεργειακή αγορά αποτελεί η υπογραφή της συμφωνία ΔΕΗ-RWE, για την κοινοπραξία στον τομέα των ΑΠΕ.

Ειδικότερα, όπως ανακοίνωσαν οι εταιρείες : «Δύο κορυφαίοι ενεργειακοί όμιλοι, η RWE και η ΔΕΗ, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να συμβάλλουν στην επιτάχυνση της ελληνικής ενεργειακής μετάβασης.

Μέσω της κοινοπραξίας ΜΕΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ Α.Ε., η RWE Renewables GmbH, με ποσοστό συμμετοχής 51% και η ΔΕΗ Ανανεώσιμες Α.Ε., με ποσοστό συμμετοχής 49%, έλαβαν την τελική επενδυτική απόφαση για την κατασκευή πέντε φωτοβολταϊκών έργων».

Για την επένδυση, με συνολικό προϋπολογισμό 180 εκατ. ευρώ, έχουν εξασφαλιστεί, στο πλαίσιο του δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», 90 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και 54 εκατ. ευρώ από τις τράπεζες Eurobank Α.Ε. και Alpha Bank Α.Ε., ενώ τα υπόλοιπα 36 εκατ. ευρώ αφορούν σε ίδια συμμετοχή. Η χρηματοδότηση βρίσκεται στο τελικό στάδιο του οικονομικού κλεισίματος.

Τα φωτοβολταϊκά έργα, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος περίπου 210 MWp (175 MWac), βρίσκονται στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, στη Β. Ελλάδα, εντός των ορίων του πρώην υπαίθριου λιγνιτωρυχείου του Αμυνταίου.

Οι εργασίες κατασκευής έχουν προγραμματιστεί να ξεκινήσουν την άνοιξη του τρέχοντος έτους. Τα πέντε έργα προβλέπεται να είναι πλήρως λειτουργικά έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2024.

Η ΜΕΤΩΝ Ενεργειακή Α.Ε. έχει υπογράψει διμερείς επιχειρηματικές συμφωνίες αγοραπωλησίας πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας («πράσινα» PPAs), διάρκειας μεταξύ 10 και 15 ετών με τρίτους, οι οποίοι θα αγοράζουν την πράσινη ηλεκτρική ενέργεια, που παράγεται από τα φωτοβολταϊκά έργα.

Μέσω της κοινοπραξίας τους, η RWE Renewables και η ΔΕΗ Ανανεώσιμες αναπτύσσουν μεγάλης κλίμακας φωτοβολταϊκά έργα συνολικής δυναμικότητας έως 2.000 MWp στην Ελλάδα.

Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες έχει συνεισφέρει στην κοινοπραξία εννέα φωτοβολταϊκά έργα συνολικής ισχύος έως 940 MWp (870 MWac). Η RWE Renewables έχει συνεισφέρει στην κοινοπραξία ένα αντίστοιχου μεγέθους χαρτοφυλάκιο φωτοβολταϊκών έργων.

Η σύμπραξη και το κοινό σχήμα

Το κοινό σχήμα των δύο εταιρειών η εταιρεία ΜΕΤΩΝ Ενεργειακή θα προχωρήσει στην ανάπτυξη ενός κοινού χαρτοφυλακίου ΑΠΕ συνολικής ισχύος 2GW τα επόμενα χρόνια, όπως έχει ήδη γίνει γνωστό.

Η συνεργασία της ΔΕΗ με το γερμανικό κολοσσό θα ξεκινήσει από τη Δυτική Μακεδονία και συγκεκριμένα από το Αμύνταιο, όπου πρόκειται να κατασκευαστούν τα πρώτα 200MW σε εκτάσεις της ΔΕΗ. Υπενθυμίζεται ότι στην εταιρεία ΜΕΤΩΝ Ενεργειακή συμμετέχουν με 49% η ΔΕΗ και με 51% η RWE.

Εκτός από τα πρώτα 200MW που βρίσκονται στη φάση της έναρξης κατασκευής, στο στάδιο της αδειοδοτικής διαδικασίας και της τεχνικής προετοιμασίας βρίσκονται ακόμη δύο έργα. Πρόκειται για ένα πάρκο 299MW και ένα ακόμη 450MW τα οποία υπολογίζεται να ολοκληρωθούν σε διάστημα δύο έως τριών ετών.

Όπως ήδη αναφέραμε ΔΕΗ και RWE έχουν εξασφαλίσει για την κοινή εταιρεία ΜΕΤΩΝ χρηματοδότηση για τα έργα που αναπτύσσει από το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF).

Το χαρτοφυλάκιο της ΔΕΗ ανανεώσιμες

Η ΔΕΗ, μέσω της ΔΕΗ Ανανεώσιμες διαθέτει στις ΑΠΕ περίπου 280MW έργων σε λειτουργία ενώ ακόμη 488MW βρίσκονται σε φάση κατασκευής ή είναι έτοιμα για να κατασκευαστούν.

Ακόμη 4GW θεωρούνται ως πρακτικά διασφαλισμένα. Μέσα στο επόμενο εξάμηνο αναμένεται η εταιρεία να φτάσει τα 569MW καθώς βρίσκονται υπό κατασκευή τα 200MW φωτοβολταϊκών στην Πτολεμαΐδα, τα 50MW στη Μεγαλόπολη και ακόμη 39MW αιολικών και μικρών υδροηλεκτρικών.

Στους επόμενους 6 έως 18 μήνες η ΔΕΗ αναμένεται να φτάσει το 1,5GW εγκατεστημένης ισχύς. Μέχρι τότε αναμένεται να ξεκινήσει η κατασκευή 65MW φωτοβολταϊκών στη Δ. Μακεδονία, 94MW στην Πτολεμαΐδα καθώς και 39,5MW αιολικών στη Δ. Μακεδονία. Τέλος αναμένεται η δημοπράτηση 210MW φωτοβολταϊκών στο Αμύνταιο και 550MW στην Πτολεμαΐδα.

Γκάζι… για τον στόχο 1 GW στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Παράλληλα, νωρίτερα η ΔΕΗ πετυχαίνει το στόχο της θέσης σε λειτουργία έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) ισχύος 1 GW (Γιγαβάτ).

Η θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων για την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων της Enel στη Ρουμανία αλλά και η ολοκλήρωση δύο μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων στην Πτολεμαΐδα θα φέρουν τη δημόσια εταιρεία πολύ πιο κοντά απ’ ότι αρχικώς προγραμμάτιζε στη δημιουργία χαρτοφυλακίου εν λειτουργία έργων ΑΠΕ ισχύος 1 GW.

Με την ολοκλήρωσης τω διαπραγματεύσεων με την ιταλική Enel για την απόκτηση των περιουσιακών της στοιχείων στη Ρουμανία η ΔΕΗ αποκτά ακόμη 13 αιολικά πάρκα ισχύος 534 MW.

Έτσι η πράσινη ενέργεια της ΔΕΗ σχεδόν τετραπλασιάζεται και από ισχύ 280 MW που διαθέτει σήμερα, εκτινάσσεται στα 814 MW. Στον στρατηγικό σχεδιασμό της επιχείρησης προβλεπόταν η αύξηση στο 1,5 GW των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ (αιολικά και φωτοβολταϊκά) σε 18 μήνες.

Ο στόχος αυτός έρχεται νωρίτερα και είναι πιθανόν να επιτευχθεί στο πρώτο εξάμηνο του 2023. Η εξαγορά της Ρουμανίας, όπως προαναφέρθηκε, είναι ο επιταχυντής για την επίτευξη πολύ πιο γρήγορα του στόχου του 1 GW.

Ο πήχης αυτός, όμως, προσεγγίζεται από τη ΔΕΗ με την ολοκλήρωση δύο μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων στην Πτολεμαΐδα και τη Μεγαλόπολη, αντίστοιχα. Σε εκτάσεις λιγνιτορυχείων της εταιρείας εντός του πρώτου εξαμήνου του 2023 θα είναι έτοιμο να λειτουργήσει το φωτοβολταϊκό πάρκο ισχύος 200 MW στην Πτολεμαΐδα (Ηλιακό Βέλος Ι) και εκείνο των 50 MW στη Μεγαλόπολη (Αρκαδικός Ήλιος Ι-ΙΙ)

Έτσι, η ΔΕΗ προσθέτει στην φαρέτρα της πράσινης ισχύος της άλλα 250 MW. Μαζί με την απόκτηση των 534 MW στη Ρουμανία προσθέτει στα σημερινά ΑΠΕ ισχύος 280 MW έργα σε λειτουργία ισχύος 784 MW. Αθροιστικά σε ένα εξάμηνο, η εταιρεία ξεπερνά το φράγμα του 1 GW. Για την ακρίβεια θα έχει χαρτοφυλάκιο εν λειτουργία έργων ΑΠΕ συνολικής ισχύος 1.034 MW.

Παράλληλα, η ΔΕΗ έχει σε διάφορες φάσεις ανάπτυξης έργα ΑΠΕ συνολικής ισχύος 5,9 GW.

Η εταιρεία μέσω της θυγατρικής της «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» σκοπεύει σε 30 μήνες να έχει ένα χαρτοφυλάκιο έργων συνολικής ισχύος 5,1 GW.

Από το pipeline των έργων 5,9 GW τα 4,6 GW είναι εξασφαλισμένα αδειοδοτικά και πρόκειται σύντομα να κατασκευαστούν.

Πιο συγκεκριμένα από τα 4,6 GW, έργα ισχύος 1,7 GW διαθέτουν περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις και βρίσκονται σε φάση αναμονής των όρων σύνδεσης. Τα υπόλοιπα 2,2 GW έχουν λάβει όρους σύνδεσης με το δίκτυο διανομής ρεύματος.

Η είσοδος στη νέα εποχή

Τέλος, φωτοβολταϊκά και αντλίες θερμότητας μπαίνουν στο «μενού» που θα παρέχει η ΔΕΗ στους καταναλωτές, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της εμπορικής πολιτικής της.

Τα φωτοβολταϊκά και οι αντλίες θερμότητας εντάσσονται στη λογική της παροχής ενεργειακών υπηρεσιών, σύμφωνα με την οποία μία επιχείρηση, εν προκειμένω η ΔΕΗ, συμμετέχει στην επένδυση (ή αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου το κόστος) και αποπληρώνεται εισπράττοντας ένα μέρος της ωφέλειας που προκύπτει για τον καταναλωτή από την εξοικονόμηση ενέργειας. Παράλληλα, οι πρωτοβουλίες αυτές εντάσσονται στη στρατηγική για εξηλεκτρισμό της θέρμανσης, αλλά και για εξοικονόμηση ενέργειας και μετατροπή των καταναλωτών σε καταναλωτές και παραγωγούς («prosumers»).

Το επιχειρησιακό σχέδιο της ΔΕΗ προβλέπει επενδύσεις συνολικού ύψους 3,4 δισ. ευρώ ως το 2023, εκ των οποίων το 42% θα κατευθυνθεί στον εκσυγχρονισμό του δικτύου διανομής (μεταξύ άλλων για εγκατάσταση έξυπνων μετρητών και περιορισμό απωλειών όπως οι ρευματοκλοπές), το 34% σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και το 21% σε συμβατική ενέργεια, περιλαμβανομένων των υδροηλεκτρικών.

Προβλέπεται, επίσης, περαιτέρω επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης καθώς το 2021 εκτός από τις μονάδες 3 και 4 της Καρδιάς, θα «σβήσει» και η Μεγαλόπολη 3, η απόσυρση της οποίας προγραμματιζόταν για το τέλος του 2022. Ήδη εφέτος έκλεισαν οι μονάδες 1 και 2 του Αμυνταίου, ενώ ακολουθούν το 2022 οι μονάδες 1-4 του Αγ .Δημητρίου και το 2023 οι Αγ. Δημήτριος 5, η Μελίτη και η Μεγαλόπολη 4. Μετά το 2023 θα παραμείνει σε λειτουργία μόνο η νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα 5, που είναι τώρα υπό κατασκευή και προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 2022.